Powered By Blogger

Παρασκευή 29 Ιουνίου 2012

Το φιλί.

Ακούω την καλημέρα από τα δικά σου χείλη. Ακούω την ανάσα σου να ανοίγει πανιά στα άδυτα νερά της σκέψης μου. Νιώθω έντονα, ολοένα και πιο έντονα τις στιγμές που βρίσκομαι στο πλάϊ σου. Κοιτώ το μυστήριο που κρύβει το βλέμμα σου και σε ερωτεύομαι παράφορα. Κυλώ ανεξέλεγκτα μέσα στην ζωή σου, μέσα στην ταραγμένη καθημερινότητα σου, μόνο και μόνο για να σε αγγίζω, μονάχα για να ακουμπάω τα διψασμένα χείλη σου. Εκείνα τα κατακόκκινα χείλη που μαγεύουν όποιον ταξιδιώτη τα πολιορκεί με τις κλεφτές ματιές του. Ακουμπώ το κορμί σου και γίνομαι ένα με την σκέψη σου. Βαδίζω στα χνάρια σου, βαδίζω στα δικά σου θέλω και γίνομαι μέρος του πεπρωμένου σου. Κάθε στιγμή που περνά σε θέλω περισσότερο. Το σώμα μου σε ζητά όμως η καρδιά είναι αυτή που σε ποθεί. Ποθεί την ομορφιά σου, την σκέψη σου, το είναι σου.
Πόσο όμορφα θα ήταν να περπατούσες μαζί μου σε κάθε σου όνειρο, σε κάθε σου ανάσα, σε κάθε σου προσμονή.
Να ζητούσες τόσα πολλά και να στα εξηγούσα όλα,
τόσο απλά με ένα μονάχα φιλί.

Πέμπτη 28 Ιουνίου 2012

Νόημα ζωής .

Η ζωή δεν έχει νόημα δίχως την δική σου αγκαλιά,
δεν έχει νόημα δίχως την γεύση από τα δικά σου τα φιλιά.
Δεν έχει αξία ο αέρας δίχως την δική σου την πνοή,
δεν έχει αξία η μέρα αν μακριά μου είσαι εσύ.
Δεν με νοιάζει το χθές, ούτε και το πρίν, μόνο η στιγμή.
Μου φτάνει να σε κρατώ και να νιώθω το δικό σου το φιλί.
Στο πλάϊ σου κοιτώ ένα αύριο όμορφο, πιο ήρεμο,
διαφορετικό. Κοιτώ μέσα από των ματιών σου τον ανθό.
Αυτόν τον ανθό για τον οποίο αξίζει να ζείς, να νιώθεις, να αγαπάς.
Να δείς την ζωή κατάματα και να της χαμογελάς.!

Τετάρτη 6 Ιουνίου 2012

Ειλικρινή θέληση .

Ξεκίνησε η καρδιά να χτυπά πιο δυνατά. Δεν ήξερα αν θα συνέχιζε να περπατά στο πλάι μου ξανά όπως άλλοτε, ούτε αν θα μπορούσε ποτέ να τρέξει στις αλάνες που γυρνούσαμε τα πρωινά εκείνα στο πατρικό μου. Αχ εκείνα τα ανέμελα χρόνια τα οποία έχουν χαράξει το παρελθόν μας. Κοιτούσα τότε τον βυθό στα μάτια της και προσπαθούσα να χυθώ μέσα της.Ήθελα τόσο πολύ να κρατήσω στην αγκαλιά το κορμί της. Τόσο έντονα είχε αρχίσει να χτυπά η καρδιά που σκεφτόμουν πως για να αποζητήσω την αιώνια ευτυχία θα πρέπει να την αλλάξω με μια πέτρινη καρδιά. Θα έπρεπε να την αλλάξωγια να καταφέρει να αντέξει τα χτυπήματα της ζωής. Η καρδιά μου πλέον είχε κουραστεί από τα συναισθηματικά σκαμπανεβάσματα τα οποία είχε ο δρόμος μου αλλά και ο δικός της. Κάθε της ανάγκη για επιβίωση δική μου προσμονή για ένα ακόμη πιο ξεκούραστο αύριο. Πόσο όμορφη είναι,  πόσο όμορφη; Ρωτάω τον εαυτό μου και γνωρίζω την απάντηση καλύτερα από τον καθένα. Την αγαπάω όσο ποτέ άλλοτε. Την θέλω τόσο πολύ που αναρωτιέμαι αν είναι αγάπη αυτό που νιώθω ή εθισμός. Μήπως είναι ένα ναρκωτικό που πηγάζει μέσα από το απαλό άγγιγμα της πάνω στο γεμάτο ρίγος δέρμα μου. Μήπως είναι εκείνο το βλέμμα, το αθώο που ξεχειλίζει από ευτυχισμένα ''θέλω'' και ανιδιοτελή καρδιοχτύπια. Ή μήπως είναι το μυαλό μου εκείνο που χάραξε βαθειά μέσα του την ιερή της εικόνα να προσμένει ένα ευτυχίσμενο απλοϊκό αύριο. Ένα όμορφο αύριο, ένα αύριο βγαλμένο μέσα από την σύγκρουση των ματιών μας. Συνέχισε η καρδιά ακόμη να χτυπά δυνατά. Ένιωθα πως ήθελε να ξεφύγει από μέσα μου, πως ήθελε να πετάξει πιο γρήγορα από εμένα για να βρεθεί στο πλάϊ της. Να αποζητήσει το γλυκό της πρόσωπο. Την αλήθεια που κρύβουν τα λυπημένα της μάτια. Όλη την ομορφιά του κόσμου κρυμμένη πίσω από ένα εύηχο ''θέλω'' της. Βρέθηκα έξω από το κτίριο το ξεθωριασμένο, το παλιό. Δεν με ενδιαφέρουν τα χρώματα. Δεν με νοιάζει τίποτα. Δεν νιώθω τον αέρα, δεν βλέπω κανέναν άνθρωπο στον δρόμο να περπατά. Με οδηγεί η ελπίδα μέσα στους σκοτεινούς διαδρόμους. Έχει σύμμαχο την ειλικρινή θέληση, την πραγματική υποστήριξη. Δίχως αυτές δεν θα μπορούσα να βρω τον δρόμο. Συνέχισα να περπατώ. Η καρδιά χτυπούσε στον δικό της ρυθμό πλέον. Ήξερα πως ότι και να έλεγα στον εαυτό μου πάλι τα ίδια θα έκανα. Αναπνοές πολλές για να αντέξω τα σκαλιά που βρέθηκαν μπροστά μου με σκοπό να αυξήσουν την επιβλιτικότητα του γολγοθά που είχα αρχίσει να ζω τα τελευταία χρόνια. Έφθασα επιτέλους στον όροφο που αποζητούσαν τα βήματα μου. Η καρδιά μου ανεξέλεγκτη. Δεν μπορούσα να την κυριεύσω πλέον. Το βήμα συνεχώς αυξανόταν με μια γοργή τάση. Δεν ήξερα γιατί αλλά κάτι μου έλεγε πως αυτή την φορά θα κερδίζαμε την μάχη. Άρχισαν τα πόδια μου να τρέχουν. Ολοένα και πιο δυνατά. Κάποια χρωματιστά λουλούδια ξέφυγαν από την ανθοδέσμη που κρατούσα στα χέρια μου και έπεσαν στο ξερό και άψυχο πάτωμα. Δεν γύρισα το κεφάλι μου, δεν είχα χρόνο.Έπρεπε να δω, να νιώσω, να ζήσω. Η ομορφιά τους και η ενέργεια που τους είχα μεταδώσει έκανε τον διάδρομο ακόμα πιο φωτεινό. Πλέον βρέθηκα έξω από την πόρτα του σκοτεινού δωματίου. Πάντοτε ήταν σκοτεινό, άψυχο, άηχο. Δίχως γέλια, δίχως έρωτα .Πλέον είχε ανοίξει το φως της ζωής και η αγάπη  μπορούσε να συνεχίσει τον αγώνα της επιβίωσης από εκεί που είχε αποφασίσει να διακόψει το άτυχο παιχνίδι της. Ακούμπησα το κρύο πόμολο και με δύναμη έσπρωξα την πόρτα για να ανακαλύψω την πηγή από το άπλετο φως που είχε διασκορπήσει την χαρά μέσα στην ασήμαντη ζωή μου. Η γυναίκα της ζωής μου στεκόταν όρθια ξανά μετά από οχτώ ολόκληρα χρόνια τα οποία είχε βιώσει μέσα από ένα βαθύ κώμα.
Η ζωή δεν κρύβει πάντα χαρές αλλά όσο δεν ελπίζεις εσύ δεν πρόκειται να στις προσφέρει απλόχερα. Αποζήτησε, μόχθησε, πίστεψε. Σε εσένα πίστεψε και σε ανθρώπους που έχουν τόση αγάπη να σου προσφέρουν όσο είναι το ταξίδι της ζωής.